
ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΠΟΙΗΣΗΣ
Η ΠΟΙΗΣΗ ΨΥΧΙΚΗ ΡΙΖΑ ΤΟΥ ΦΩΤΟΣ
του Αργύρη Καραβούλια
Η 21η Μαρτίου ημέρα της εαρινής ισημερίας, έχει επίσης οριστεί και αναγνωριστεί και ως Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης, έτσι από την μια η μέρα που τέμνει τον χρόνο ισαπέχοντας από το φως και το σκότος δίνοντας το κοσμικό σήμα για την έναρξη του έαρος, είναι και η μέρα που αφιερώνεται στην ποίηση. Ο συγκεκριμένος χρονικός συντονισμός εαρινής ισημερίας και αέρινης ποίησης βοηθά μάλλον στο να συλλάβουμε την ποίηση ως την δική μας εσωτερική ισημερία, αυτή που θα δώσει το σήμα για την έναρξη της ψυχικής μας άνοιξης.
Πέρα από τον εορτασμό μιας ημέρας ποίησης, ουσιαστικός σκοπός είναι να βρεθούμε σε μια γιορτή ποίησης συνεχή και αδιάλειπτη, όπως είναι και η φύση των ονειρικών ροών της που την μεταφέρουν από τους λειμώνες της φαντασίας στην κοίτη της πραγματικότητας.
Άλλωστε, τί χρειάζεται μια μέρα ποίησης σε έναν κόσμο που έχει μάθει να τεμαχίζει τον χρόνο χρησιμοποιώντας τις μέρες σαν να πρόκειται για ανταλλακτικά μιας χρήσης; Θα ήταν πιο ποιητικό μάλλον να κάνουμε τον ίδιο τον χρόνο μας ποίηση, -από το να αποκολλήσουμε από τον χρόνο μια μέρα για να την αφιερώσουμε στην ποίηση- , θα βλέπαμε τότε τις ημέρες και τις νύχτες σαν άγραφα ποιήματα από το τετράδιο της αιωνιότητας, τον άχρονο δηλαδή χρόνο που μπορούν και απολαμβάνουν οι ποιητές και όσοι τολμούν να αφιερωθούν στην ποίηση.
Ασφαλώς, την ποίηση δεν την γιορτάζουν οι ποιητές…, δεν την στεφανώνουν με τις ψεύτικες γιρλάντες της δημοσιότητας για να την περιφέρουν εντός των τειχών της πόλης ως σε διαπόμπευση… Την ποίηση δεν την γιορτάζουν οι ποιητές, δεν έχουν την ανάγκη να λάβουν μέρος σε φιέστες δήθεν τιμητικές, να δώσουν το παρών σε κακέκτυπα δρώμενα ανάδειξης του οίστρου τους.
Στον χρόνο της «λήθη…νης» εποχής μικροί γυρολόγοι διαλαλούν την πραμάτειά τους και απαγγέλουν την πλήξη, γιορτάζουν την ιλιγγιώδη πτώση τους, σε αυτό το σημείο μηδέν δεν υπάρχει ποίηση να γιορτάζεται, δεν υπάρχουν ποιητές, παρά μόνο οι φθίνουσες σκιές τους…
Την ποίηση δεν την θυμούνται κάποια επετειακή ημερομηνία αυτοί που ζουν μαζί της μέρα νύχτα, που ξαγρυπνούν στο πλευρό της μέχρι να δακρύσουν με τα αστρικά τους μάτια στο λιβάδι της γλώσσας, αυτοί που ονειρεύονται την ζωή και την κάνουν ποίημα και ζουν το όνειρο-ποίημά τους έξω από τον ασφυκτικό κλοιό του χρόνου, μακριά από τον ανθρώπινο μικρόκοσμο και την παλινωδία του.
Ποίημα γιορτή του κόσμου…
Η ποίηση γιορτάζει με την μέθεξη της εαρινής πνοής της, θάλλουν με τον πάλλοντα ρυθμό της ανάσας της οι εραστές της, είναι η άνοιξη-γιορτή των ματιών της μούσας του ποιητή όταν βλέπει την άφατη λύτρωση και αγγίζει την ύπαρξη για να την αποθεώσει.
Στην εαρινή τροπή του ήλιου, στην τροπική εκεχειρία των πλανητικών ώσεων της γέννησης και της φθοράς, ο ποιητής λευτερώνει τον άνθρωπο από τον βρόχο της βαρύτητας, με το ωστικό κύμα της αέναης λέξης του απεγκλωβίζει τον ορίζοντα γεγονότων από την εγγύτητα του θανάτου, ο ποιητής Διόνυσος και ο ποιητής Απόλλωνας με τη λύρα των Μουσών στα χέρια ανυψώνει τον χρόνο στην αιωνιότητα.
Εκφέρει τα δικά του ρήματα μέσα στην δίνη της ιστορίας για να την μεταστοιχειώσει, απαγγέλει τη φωτιά, σμιλεύει τη γη, ρέει στους μαιάνδρους του χρόνου όπως το νερό, χορεύει με τα πέπλα του Νου στον αέρα. Ενώνονται τα στοιχεία για να γίνει το σώμα - ποίημα, να ανοίξει ο ουρανός στην έκπληξη του ποιητή, να γεμίσει καινούργιες ανατολές ο ορίζοντας.
Η ποίηση αποτελεί το μόνιμα εύφλεκτο υλικό της εσωτερικής μας ζώνης που αναφλέγεται με ματωμένα συναισθήματα, εκτροχιασμένα βλέμματα, απύθμενες προσδοκίες, αντίρροπα σχέδια, εκπρόθεσμες αποφάσεις, ανατρεπτικές υποσχέσεις…, είναι οι απάτητες εκτάσεις του νου που τις γεμίζει φωτιά με την φλεγόμενη γλώσσα της, πυρπολεί την σκέψη σπέρνοντας στην αντίληψη τους πυρφόρους αστρικούς της σπόρους.
Δεν έχει σκοπό να μας εντάξει σε κάποιο πλαίσιο απ΄όπου θα αναπτυχθεί η διάνοιά μας, δεν έχει σκοπό να δασκαλέψει την λογική μας, να συνετίσει το πνεύμα μας, δεν κυριολεκτεί σε καμία της εκδίπλωση, σε κάθε της ρήμα κάνουμε ένα ακόμα βήμα προς το άγνωστο, θα κάνει τα πάντα για να μας βγάλει εκτός προορισμού, χωρίς ενδοιασμούς μάς πηγαίνει απέναντι από το γνωστό και το έκδηλο, τρυπώνει όπως ο άνεμος στις χαραμάδες για να παρασύρει με την ατιθάσευτη ορμή της κάθετι εγκατεστημένο και κατεστημένο.
Σε εποχές που η επιφάνεια έχει τον πρωτεύοντα ρόλο και το βάθος των πραγμάτων χάνεται κάτω από την κατοχή των σημείων, η ποίηση συνεχίζει να θρέφει την ρίζα του ανθρώπου με τον φωτοβόλο ουρανό της, να δίνει και άλλο τόπο στο άτοπο, να μεταφέρει εντός μας την αέναη τροχιά της, ζυμώνοντας τον χρόνο με την αιωνιότητα, μπολιάζοντας την φαντασία στην πραγματικότητα, εξαχνώνοντας τον θανάτο από την ζωή.
Η αλήθεια του έθνους στον καθρέφτη της ποίησης
Δώσαμε ως κοινωνία μεγαλύτερη σημασία στο πρόσκαιρο και ξεχάσαμε το παντοτινό. Η λογοτεχνία ενός έθνους αντικατόπτριζε πάντα την ευρωστία του, η ποίησή του ήταν ανάλογη της ακμής του και οι ποιητές του οι αληθινοί πρεσβευτές του στον κόσμο, αυτοί που κερνούσαν την ψυχή του έθνους στους ανθρώπους για να μεταλάβουν την ζωοδότρα διάρκειά του και να συνεχίσουν με τις πάγκοινες και πανανθρώπινες σημασίες του, στο απειροστό πεδίο της δημιουργικότητας.
Σε εποχές παρακμάζουσες και άνευ σκοπού… η ποίηση οπλίζει το όπλο της γλώσσας και το γεμίζει με λέξεις για να νικήσει ο άνθρωπος τον δυνάστη του που πάντα είναι ο φόβος.
Ο σκυθρωπός «γίγαντας» που απομυζά την ουσία του ανθρώπου που ξέχασε την αλήθειά του, ο φόβος που τοποθέτησε τον εαυτό κάτω από τη σκιά του εγώ.
Η ποίηση δεν ταιριάζει σε καμία νόρμα, δεν συγκατανεύει σε κανένα θεσμό, θα εκτραπεί από κάθε εξουσία για να δώσει τους δικούς της νόμους, να λευτερώσει τον άνθρωπο από την σκληρή και μαύρη φυλακή του∙ εκεί που η πραγματικότητα στερεί τον άνθρωπο από την αναπνοή του και την ζωή, η ποίηση θα πετάξει την μάσκα της μετριότητας και της πειθήνιας υποταγής, θα βγει μπροστά για να σπάσει τους κανόνες, θα λιώσει με την φωτιά της τις αλυσίδες για να τινάξει στον αέρα την μουχλιασμένη πρόσοψη του κόσμου.
Ποίηση σημείο αναφοράς, αναφορά αόρατων σημείων…

Η ποίηση καλεί πάντα τον άνθρωπο έξω από την σπηλιά του, να επικοινωνήσει με το φως που έχει φωλιάσει μέσα του και να γεμίσει με φωταυγάζουσα ατμόσφαιρα την απεραντοσύνη του. Δίνει την υπερβατική της σημασία στην λογική, τον αείζωο παφλασμό του απείρου στο πεπερασμένο.
Αφορά εκείνους που μ΄ έναν μυστικό τρόπο ξέρουν να συνδέονται με όλα τα πράγματα, που μπορούν να μεθάνε από φως με την αρμύρα του αέρα, που ρουφάνε από την εμπειρία τη μικρή λεπτομέρεια που αλλιώς θα πετιόνταν στον κάδο της κυριολεξίας.
Έρχεται από κείνη τη χώρα της παιδικής ηλικίας που κάτι έχει μείνει ανολοκλήρωτο, όπου η έλλειψη της κυριολεξίας γέμισε με άυλο χρυσάφι τα κιούπια της δεκτικότητας και άφησε ανοιχτές τις πύλες για ελεύθερες πτήσεις.
Θέλησαν πολύ οι κάθε λογής -ισμοί να φέρουν την ποίηση στα μέτρα τους, να την ξαπλώσουν στην προκρούστεια κλίνη τους για να την παραδώσουν έπειτα στην κοινωνία ως άλλο ένα επικοινωνιακό μόρφωμα, άλλη μία εκ των “καλών τεχνών” που η μαγιά της θα αρκούσε για να δημιουργήσει την ζύμη των θεσμοθετημένων κανόνων μας, αλλά η ποίηση δεν τους έκανε ποτέ τη χάρη, δεν πορεύτηκε προς καμία περιχαρακωμένη κατεύθυνση.
Αντίθετα, έδωσε στην τέχνη τα δικά της πύρινα στοιχεία για να την συντροφεύσει στην ανατροπή και στην έκρηξη, κάτι που είχε συλλάβει ο Ντελακρουά διακηρύσσοντας πως «δεν υπάρχει τέχνη χωρίς ποίηση», έφερε την φωτιά στον άνθρωπο κι ας καταδικάστηκε ο ποιητής να είναι αλυσοδεμένος στον Καύκασο της ύλης, αυτός, ένας χρησμοδότης του πνεύματος.
Από τον τρίποδα των Δελφών, εκεί στο χάσμα ανάμεσα στη γη και στον ουρανό, ανάμεσα στην ύπαρξη και στην ανυπαρξία, στο χρόνο και στην αιωνιότητα, η ποίηση κυλάει με την υπερφωτεινή της ταχύτητα στις φλέβες του κόσμου, δίνοντας τους χρησμούς της στους ποιητές.
Είναι αυτοί που στέκονται αιωνίως στην μεθόριο της πραγματικότητας για να συλλάβουν τον πυρ-αιθέριο παλμό της, να φέρουν από το ανεκδήλωτο στο εκδηλωμένο την άδηλη μορφή των πραγμάτων, εντυπώνοντας τα στο εκμαγείο του φωτός.
Ο ποιητής κομήτης του απείρου…

Με υλικά την γλώσσα και την εκκωφαντική σιωπή της, οι ποιητές συνομιλούν με τα όνειρα των παλιών θεών φέρνοντας στο σήμερα το αρχαίο μέλλον, χωρίς συμβιβασμούς είναι πάντα έτοιμοι για την ανατροπή του παλιού κόσμου, να διαλύσουν την παλιά συνθήκη, να καταργήσουν το καθ-ιερωμένο ψέμα.
Δεν είναι αυτού του κόσμου οι ποιητές, δεν έχουν σχέση με τις έννομες επιταγές του, άλλωστε το ποίημα είναι εντελώς άχρηστο για κάποιον που στέκεται απ΄ έξω από τη φωτιά της ποίησης, δε μπορεί να νιώσει τη καύτρα του στα σωθικά του, δε μπορεί να γεμίσει τα χέρια του με λάβα από λέξεις, έτσι που να γεμίσει τον κόσμο από τη φωτιά του.
Οι ποιητές είναι οι άνθρωποι που σα φλεγόμενοι κομήτες διέσχισαν το στερέωμα ετούτου του (αποκομμένου από τα υπόλοιπα πλάσματα του σύμπαντος) κόσμου.
Βίαιοι σα σαΐτες φωτός σε εποχές που το σκοτάδι μοιράζονταν απλόχερα στις μάζες, ποιητές που ενδύθηκαν την καλοσύνη του κόσμου μέχρι να φτάσουν στο σταυρό, μέχρι ν΄ αναστηθούν στα αιώνια Ηλύσια Πεδία.
Οι ποιητές τόλμησαν να βαδίσουν αδούλωτοι στην Ατλαντίδα τους φτιάχνοντας γέφυρες από λέξεις και συναισθήματα, από φωτιά και νερό, να δώσουν και άλλο ουρανό στον νου για να μπορέσουν οι άνθρωποι να δουν την κορυφή του αόρατου, να αγγίξουν τον ματωμένο ήλιο καθώς ανατέλλει στον ορίζοντα των επιθυμιών τους, να ανέβουν τον δικό τους Όλυμπο και από εκεί να δρασκελίσουν το Παν, το παρα-κείμενο της ποίησης σύμπαν.
Σήμερα, είναι επιτακτικό περισσότερο από ποτέ να βγούμε στο ξέφωτο της ποίησης, σήμερα που η παγκόσμια ασθένεια καταλύει το δεσμό της αδερφικότητας και ο άνθρωπος παρασύρεται στην σκοτεινή κρύπτη της αβεβαιότητας. Ξεχνάει την ουσία του αγκυλωμένος στην σκληρή επιφάνεια της μάσκας του, αναπνέει ρηχά δειλιάζοντας απέναντι σε αόρατους εχθρούς, υποχωρεί από το συμπαντικό του όραμα έναντι μιας παγκοσμιοποιημένης επιταγής.
Ꝏ
Η θάλασσα και η αύρα του πραγματικού... Ένα μυητικό ταξίδι από τις ακτές της γλώσσας στα νησιά της φαντασίας
Η θάλασσα και η αύρα του πραγματικού
Ένα μυητικό ταξίδι από τις ακτές της γλώσσας
στα νησιά της φαντασίας
Του Αργύρη Καραβούλια
Επιχειρώντας μια διαδρομή στο πλάτος και το βάθος της, εντός του χρόνου και της γλώσσας, όπως έχει αποτυπωθεί στα λογοτεχνικά και ποιητικά μήκη και πλάτη της, καθώς τα κύματά της σκεπάζουν τα ίχνη της εμπειρίας στις αμμουδιές του ονείρου.
![]() |
Από το Περιοδικό Τρίτο Μάτι, Τεύχος 243 |
Θάλασσα, όνειρο της στεριάς και η στεριά του ονείρου, η αμμουδιά της ελληνικής ιστορίας με χαραγμένα πάνω της τα έργα και τις ημέρες της, αφρισμένα όρια μιας επικράτειας που αγγίζει την επιφάνεια του άδηλου και που εισδύει στην όψη του αόρατου.
Ωκεανός, Τηθύς, Αιγέας, Γλαύκος, Πρωτέας, Νηρηίδες, πλάσματα του μύθου και της γλώσσας, που φέρουν εντός τους το ελληνικό αποτύπωμα στην αύρα του κόσμου, που χαράζουν στην αιωνιότητα την υφάλμυρη γεύση μιας φυλής που περιηγήθηκε στις θάλασσες του κόσμου για να τις ντύσει με το δικό της κύμα.
![]() |
Αττική μελανόμορφη κύλικα του αγγειοπλάστη Εξηκία που δείχνει τον Διόνυσο να πλέει στο “μεθυσμένο του” πέλαγος. |
Η Ελλάδα από την μυθική της εκκίνηση ακόμα αντανακλάται στην επιφάνεια του κόσμου με ήλιο ατόφιο, θεϊκό φως που γεννάει τον πολιτισμό και με θάλασσα, με την γαλαζωπή της όψη να θαμπώνει την κίνηση της γης, να λούζει την anima mundi με τα αιώνια νοερά νερά της, μια ασίγαστη ροή εντός του χρόνου, μια πλεύση μαγική στην ιστορία των κόσμων.
Με οδηγό την γλώσσα, των ποιητών την πελαγίσια μέθη, του μύθου την χρυσή γραφή που αντανακλά την τιτάνια κίνηση του Νου, του Ομήρου απόφθεγμα , που της Ελλάδας τις όμορφες γυναίκες ιστορεί “οι τ’ Άλον οι τ΄ Αλόπη οι τε Τρηχίν΄ ενέμοντο, οι τ’ είχον Φθίην ηδ’ Ελλάδα καλλιγύναικα…” θα περιδιαβούμε στις ακτές του χρόνου.
Στην θαλασσινή αυτή εξιστόρηση της ελληνικής ψυχής, του κυματισμού της και του ποιητικού της θάμβους, μόνο κάποιες λιγοστές ακτές μπορούμε να διαβούμε, περιορισμένοι στα χωρικά ύδατα της έκτασης ενός άρθρου που σκάει σαν κύμα στο χαρτί, και βρέχει τα χέρια του αναγνώστη, πλέει μαζί του στην άχρονη διάσταση της υδάτινης επιφάνειας.
Ενάλιος λαός ιστορεί τους Έλληνες ο Σοφοκλής, σε κάθε της μεριά η Ελλάδα ακουμπά τα «ευρέα νώτα θαλάσσης» του Ησιόδου, ενώ ο Ελύτης θα διευκρινίσει τα όρια της ως : «Στον αιθέρα στέκει να/και στη θάλασσα μόνη της . . .», αντανακλώντας στα νερά της ποίησής του τα " ύγρα κέλευθα" των Ορφικών.
![]() |
Χειρόγραφο του Ελύτη και κολάζ από το «Άσμα ασμάτων» |
Εντός της λέξης θάλασσα υπάρχει ο κυματισμός της, ακούγεται ο παφλασμός της , αυτό δηλώνει η “αλιρρόθιος” ταυτότητά της, με τα αέναα νερά της, « κύματα εξερεύγεται ηπειρόνδε» τα ομηρικά κύματα που εκβράζονται στην ακτή.
Η λέξη θάλασσα δεν απαντάται σε καμία άλλη γλώσσα και οικογένεια γλωσσών, " ότε άλμυρον δηλοί φα μεν ουδετέρως άλας, και αρσενικώς αλς» μάς διατυπώνει το Μέγα Ετυμολογικόν, ενώ στο Ετυμολογικό Λεξικό του Γ. Μπαμπινιώτη αναφέρονται και ως “λαϊκές” οι κάτωθι ετυμολογήσεις:
1. «θοῶς ἀλλασσομένη καὶ σαλευομένη».
2. «ἐκ τοῦ θῶ τοῦ σημαίνοντος τὸ ‘τρέχω’ καὶ τοῦ λὰ τὸ ἁλμυρόν,
ἤγουν τὸ ἅλας».
3. «ἐκ τοῦ ἄσσα τοῦ τινάσσεσθαι, τοῦτ’ ἔστι θεόν ἅλα
τινασσόμενον».
4. «παρά τὸ σάλον σάλασσα καὶ θάλασσα».
5. «παρὰ τὸ ἆσσον (‘εγγύτερον’) εἶναι θανάτου τοὺς πλέοντας ἐν
αὐτῷ».
«Ονόματος ορθότης εστί φύσει πεφυκυία» διαβάζουμε στον Κρατύλο του Πλάτωνα, για να έχουμε πυξίδα τις λέξεις, «λέξεις έμψυχοι» κατά τον Αριστοτέλη, καθώς πλέουμε στα πελάγη της γλώσσας.
Η μοναδική και ιδιαίτερη σχέση του ελληνικού λαού με την θάλασσα, φαίνεται και από το πλήθος των εκατοντάδων λέξεων, ομόρριζων με την λέξη αυτή. Επίσης να διευκρινίσουμε και την μεγάλη σημασία για τους Έλληνες που είχε η δική τους θάλασσα, η Μεσόγειος, “ήδε η θάλασσα” την αποκαλεί ο Ηροδότος, στον Πλάτωνα αναφέρεται ως “η παρ ημίν θάλασσα”, η θάλασσα μας. Ο Αριστοτέλης την ονομάζει η “έσω θάλασσα” για να αντιπαραβάλλει τον Ωκεανό ως της έξω θάλασσα.
Άλς, θάλασσα, πόντος, πέλαγος και ωκεανός, είναι οι δρόμοι που χρησιμοποιούμε για να αποτυπώσουμε την υδάτινη μοίρα μας, το ξεχωριστό φυλετικό μας ίχνος στην μακραίωνη ιστορία.
Η ρίζα ΣΑΛ σημαίνει το αλάτι, ρίζα αλμυρή, την γεύεσαι στην προφορά της λέξης, εξ ου και η λέξη άλμη, εκατοντάδες οι λέξεις παράγωγα, η λέξη Αλίαρτος, η αλοσάχνη που τον αφρό της θάλασσας δηλώνει, αλιεύς και αλιάδης, άλιμος και η Σαλαμίνα που από την θάλασσα πηγάζει, η σάλασσα που σαλεύει και που ο σάλος της τρομάζει. Και η αεικίνητη αλς δείχνει τον ορμητικό της χαρακτήρα, και μας φέρνει το αλίκτυπον άλμα, αλλά και το αλς είναι και το λαμπρό, το αποστράπτον και το εκθαμβωτικό καθώς αντανακλά τον λαμπρό ήλιο.
Με τις λέξεις τις σχετικές όπως λάμπω και ακτινοβολώ συνδέεται και η άλλη ετυμολογική ρίζα της θάλασσας, το mar, που έχουμε το λατινικό mare και το μαρμαίρω, λάμπω, ακτινοβολώ, εξ ου και μάρμαρο και μαρμαρυγή, το λαμπύρισμα.
Είναι από την αλς, της αλός με το –φ από της δασείας την τροπή που έχουμε το φαλός, φαλαρός, και φάλαρι, η παραλία στην Πελοπόννησο και φάληρος = λευκός, ασπρίζων, ενώ " κύματα κυρτά, φαληρώοντα " μας περιγράφει ο 'Όμηρος.
Και από την θάλασσα που η ρίζα της απλώνεται στο υπέδαφος της ποίησης, που αγκαλιάζει όλο το απύθμενο οντολογικό μας βάθος, διανύουμε την διαδρομή μας ως πελαγίσιοι άνεμοι, ενάντια στο ρεύμα των καιρών, πελασγοί, οι πελάγιοι Έλληνες: “τοῦ γηγενοῦς γάρ εἰμ' ἐγὼ Παλαίχθονος ἶνις Πελασγός, τῆσδε γῆς ἀρχηγέτης ἐμοῦ δ' ἄνακτος εὐλόγως ἐπώνυμον γένος Πελασγῶν την δε καρποῦται χθόνα. καὶ πᾶσαν αἶαν, ἧς δι' ἁγνὸς ἔρχεται Στρυμών, τὸ πρὸς δύνοντος ἡλίου, κρατῶ. ὁρίζομαι δὲ τήν τε Περραίβων χθόνα, Πίνδου τε τἀπέκεινα, Παιόνων πέλας, ὄρη τε Δωδωναῖα. συντέμνει δ' ὅρος ὑγρᾶς θαλάσσης: τῶν δε επὶ τάδε κρατῶ” αναφέρει στις Ικέτιδες ο Αισχύλος δίνοντας μια πρώιμη περιγραφή για το αυτόχθον των Ελλήνων.
![]() |
Ψηφιδωτό που βρέθηκε στην Πάφο και απεικονίζει τις Νηρηίδες. |
Από την ρίζα ΠΕΛ ανοιγόμαστε στα βαθιά πελάγη, από τον Όμηρο ήδη τα πελάζω και πλάζω εισάγουν την έννοια του πλήσσω, του ως κύμα συντρίβομαι στην ακτή. Στο πάλλω βρίσκουμε την έννοια της σφοδρής κίνησης, τα κύματα που ακατάπαυστα πάλλονται και εδώ θα βρούμε και τον παλ-μό, την ρυθμική ροή, την Παλ-λάδα που με το δόρυ πάλλει την κίνηση του αιθέρα. Και το πάλι, η επανάληψη και η παλίρροια, και ο Πελίας που ορίζει τον Ιάσονα στην Αργοναυτική των Ελλήνων πορεία, και ο Πέλοψ με την ιερή του νήσο, την παλλομένη στην θάλασσα Πελοπόννησο, την αποτυπωμένη στον ουράνιο θόλο να την διασχίζει ολόκληρη ο αστερισμός του Κύκνου.
Η θάλασσα μήτρα θεϊκή...
Η θάλασσα έγινε κατοικία των δικών της θεών και ηρώων, των ιδιαίτερων μορφών που εκπηγάζουν από το ελληνικό αρχέτυπο του μύθου για να αφηγηθεί την άχρονη πορεία του υγρού του πεπρωμένου, θαμπωμένο στο Αιγαίο του θάμβους και του ηλιοκαμένου ορίζοντα, η έκσταση και η έκτασή της στο γαλάζιο επέκεινα.
![]() |
Από την μάχη του θεού Δία με την θεότητα του ωκεανού Τυφώνα. |
Οι Ωκεανίδες ήταν η προσωποποίηση της κίνησης, της ροής των υδάτων σε κάθε τους όψη, αλλά και κάθε μορφής που συνδέεται με το υγρό στοιχείο.
Η Καλλιρόη και η Αμφιρώ που εντός τους καλούνε την ροή, η Πληξούρα και η Γαλαξαύρα που δήλωναν του αέρα την πνοή και το σιγανό κυματισμό του, η Θόη και η Ωκυρόη που σήμαιναν την κίνηση και την ταχύτητα, η Πετραία που αναφέρεται στους βράχους της θάλασσας, η Καλυψώ στο κρυφό σπήλαιο, και η Πρυμνώ στου πλοίου την πρύμνη.
![]() |
Νηρέας |
Έχουμε και άλλες Ωκεανίδες που με το όνομά τους μας δηλώνουν τα δώρα, τους θησαυρούς που φέρνει η θάλασσα, όπως η Δωρίς, η Ευδώρα, η Πολυδώρα, η Πλουτώ.
Επίσης η Πειθώ, η Αδμήτη, η Ιάνθη, η Ηλέκτρα, η Ιππώ, η Κλυμένη, η Ρόδια, η Ζευξώ, η Κλυτία, η Ιδυία, η Πασιθόη, η Μηλόβοσις, η Κερκηίς, η Ιάνειρα, η Ακάστη, η Ξανθή, η Μενεσθώ, η Τελεστώ (με το κατακίτρινο φόρεμα) η Χρυσηίς, η Ασία και η Τύχη.
Σημείο αναφοράς στις θαλάσσιες θεότητες ο Πρωτέας, το αρχέτυπο των μεταμορφώσεων, η ρίζα των εναλλαγών, ο «Γέρος της θάλασσας».
Οι γοργόνες είναι και αυτές θέαινες της θάλασσας, η Σθενώ που φανερώνει την δύναμη, η Ευρυάλη που το όνομά της δηλώνει πως ανήκει στην πλατιά θάλασσα και η Μέδουσα που σημαίνει την εξουσιάστρια, όπως και ο εξουσιαστής της θάλασσας ο Ποσειδώνας δηλώνεται ως “ο αλός μέδων”, ο ποντοδέμων.
Και από την Ωκεανίδα Δωρίδα και τον Νηρέα θα γεννηθούν οι Νηρηίδες, οι ως σήμερα γνωστές νεράιδες, οι νύμφες των ποταμών, των λιμνών και της θάλασσας. Και τα πενήντα ονόματά του όπως μας τα παραδίδει ο Ησίοδος είναι: Αγαύη (η υπερήφανη), Ακταίη, Αλία (κάτοικος της θάλασσας), Αλιμήδη, Αμφιτρίτη, Γαλάτεια (την ερωτεύτηκε ο κύκλωπας Πολύφημος), Γαλήνη, Γλαύκη η θαλασσοπράσινη, Γλαυκονόμη, Δυναμήνη, Δωτώ, Ερατώ (αυτή που ξυπνάει την επιθυμία, συνονόματη με μία μούσα), Ευαγόρη (μιλούσε ωραία), Ευάρνη, Ευδώρη, Ευκράντη (οδηγεί στην ολοκλήρωση), Ευλιμένη (θέα του καλού λιμένα), Ευνίκη, Ευπόμπη, Ηιόνη (θεά του γιαλού), Θεμιστώ, Θέτις, Θόη, Ιπποθόη (η γρήγορη σαν φοράδα), Ιππονόη (η ορμητική σαν φοράδα), Κλυμένη, Κυματολήγη (που καταπραύνει τα κύματα), Κυμοδόκη (που μαζεύει τα κύματα), Κυμοθόη, Κυμώ (θεά των κυμάτων), Λαομήδεια (κυρίαρχος του λαού), Λειαγόρη, Λυσιάνασσα (λυτρώτρια), Μελίτη, Μενίππη (θαραλλέα φοράδα), Νημερτής (η αλάνθαστη θεά, που ήξερε και έλεγε την αλήθεια, μοιάζοντας σε αυτό με τον αθάνατο πατέρα της), Νησαία, Νησώ, Πανόπη, Πασιθέα, Πολυνόη και Αυτονόη (που χαρίζουν νόηση και έμπνευση), Ποντοπόρεια, Προνόη, Πρωτομήδεια (η πρώτη κυρίαρχος), Πλωτώ, Σαώ (σώζει), Σπειώ, Φέρουσα, Ψαμάθη (θεά της άμμου).
![]() |
Ο Τρίτων μεταφέρει στην αγκαλιά του τον Θησέα, μηλιακό πήλινο ανάγλυφο, 470-460 π.Χ. (Μουσείο Λούβρου). |
Μία Πίκρα
![]() |
Ο θρήνος των Νηρηίδων, (560-550 π.Χ.) από την Ετρουρία (Κορινθιακή Μελανόμορφη Υδρία, Μουσείο Λούβρου). |
Η Ποιητική της θάλασσας
Την Λευκή θεά, την μούσα αρχέτυπο που εισβάλλει στην όχθη της έμπνευσης, που ανασαίνει τις λέξεις του ποιητή, την Ινώ που αναταράζει τα αφρισμένα όνειρα των πλοηγών, αυτήν ο ορφικό ύμνος επικαλείται: «Λευκοθέαν καλέω Καδμηίδα, δαίμονα σεμνήν, εὐδύνατον, θρέπτειραν ἐυστεφάνου Διονύσου. κλῦθι, θεά, πόντοιο βαθυστέρνου μεδέουσα, κύμασι τερπομένη, θνητῶν σώτειρα μεγίστη· ἐν σοὶ γὰρ νηῶν πελαγοδρόμος ἄστατος ὁρμή, μούνη δὲ θνητῶν οἰκτρὸν μόρον εἰν ἁλὶ λύεις, οἷς ἂν ἐφορμαίνουσα φίλη σωτήριος ἔλθοις. ἀλλά, θεὰ δέσποινα, μόλοις ἐπαρωγὸς ἐοῦσα νηυσὶν ἐπ᾽ εὐσέλμοις σωτήριος εὔφρονι βουλῆι, μύσταις ἐν πόντωι ναυσίδρομον οὖρον ἄγουσα».
(Μετάφραση: Την Λευκοθέαν προσκαλώ, την κόρην του Κάδμου, την σεμνήν θεάν, την δυνατήν, την τροφόν του καλλιστεφάνου Διονύσου.
Άκουσε με, θεά εσύ πού κυβερνάς τον βαθύστερνο πόντον πού τέρπεσαι στα κύματα, και είσαι ή μεγαλύτερα σωτηρία των ανθρώπων διότι από σε εξαρτάται η ασταθής ορμή των πλοίων, πού διατρέχουν το πέλαγος, και μόνον εσύ απολυτρώνεις τους ανθρώπους από τον θλιβερόν θάνατον εις την θάλασσαν, προς όσους εφορμώσα ήθελες έλθει ως φίλη σωτηρία.
Αλλά, ώ θεά δέσποινα, είθε να έλθης, επειδή είσαι βοηθός.
εις τα καλοφκιαγμένα πλοία ως σωτηρία με ευχάριστη διάθεσιν,
και εις τους μύστας, πού ευρίσκονται εις την θάλασσαν, να φέρης ούριον άνεμον πού επιταχύνει τον πλουν.)
![]() |
Πρότυπο αρχαίας ελληνικής τριήρους. Πλέει στα ύδατα του χρόνου, μεταφέροντας παντού το ελληνικό πνεύμα που δάμασε την άγρια θάλασσα... |
Αρχέτυπο κάλεσμα κάθε ποιητή, που οργώνει με την γραφίδα του τις σελίδες του πελάγους, κινείται στο θάμπος του ελληνικού μεσημεριού, εκείνου που δηλοί την έλευση του θέρους…
Του Αιγαίου
Ο έρωτας
Το αρχιπέλαγος
Κι η πρώρα των αφρών του
Κι οι γλάροι των ονείρων του
Στο πιο ψηλό κατάρτι του ο ναύτης ανεμίζει
Ένα τραγούδι.
Ο έρωτας
Το τραγούδι του
Κι οι ορίζοντες του ταξιδιού του Κι η ηχώ της νοσταλγίας του
Στον πιο βρεμένο βράχο της η αρραβωνιαστικιά προσμένει
Ένα καράβι.
Ο έρωτας
Το καράβι του
Κι η αμεριμνησιά των μελτεμιών του
Κι ο φλόκος της ελπίδας του
Στον πιο ελαφρό κυματισμό του ενα νησί λικνίζει
Τον ερχομό.
«…βάλε δη βάλε κηρύλος είην, ος τ’ επί κύματος άνθος αμ’ αλκυόνεσσι ποτήται, νηδεές ήτορ έχων, αλιπόρφυρος είερος όρνις»
(αχ και να ‘μουνα ανοιξιάτικο θαλασσοπούλι που πετά με τις αλκυόνες πάνω από τον ανθό του κύματος, χωρίς φόβο στην καρδιά, μόνο χαρά-γαλάζιο σαν τη θάλασσα)
μας τραγουδάει ο Αλκμάν με λυρισμό και με διάχυτη την ποιητική ευαισθησία για απόδραση θέλοντας να πετά πάνω από την θάλασσα θαυμάζοντας την έκπαγλη μορφή της.
![]() |
Ύμνησαν την θάλασσα και η θάλασσα τους ύμνησε, ποιητές μας που από την δική τους εποχή ακόμα σκάζει ο στίχος τους στην όχθη του δικού μας χρόνου, το αέναο της δημιουργίας σίγουρα φέρει την εικόνα της θάλασσας εντός του.
Ας ακούσουμε ακόμα μια φορά τον Διονύσιο Σολωμό να μας διαβάζει τον «Πόρφυρα», τον Αριστοτέλη Βαλαωρίτη να μας απαγγέλει το «Ο βράχος και το κύμα», αφουγκραζόμαστε την «Θάλασσα» του Αλέξανδρου Σούτσου, από τα αόρατα μήκη του πελάγους έρχεται η φωνή του Παναγιώτη Σούτσου να τραγουδάει τον «Χαιρετισμό στο Αιγαίο», ενώ ο Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής κυματίζει στα πελάγη με τον «Διονύσου Πλους».
Το βαπόρι
Γιάννης Σκαρίμπας
Μεσούντος του ήλιου του καλοκαιριού, του άφατου γνόφου των μυστικών μεσημεριών που γλυκαίνονται με το κρασί από τα τζιτζίκια να συνομιλήσουμε και πάλι με τους δημιουργούς της θαλασσινής ρότας στην λογοτεχνία, τους έμπλεους τροχιών πελαγίσιων…
Το Εγκώμιο της Θαλάσσης
Κώστας Καρυωτάκης
Η θάλασσα είναι η μόνη μου αγάπη. Γιατί έχει την όψη του ιδανικού. Και τ’ όνομά της είναι ένα θαυμαστικό. Δε θυμάμαι το πρώτο αντίκρισμά της. Χωρίς άλλο θα κατέβαινα από μια κορφή, φέρνοντας αγκαλιές λουλούδια. Παιδί ακόμα, εσκεπτόμουν το ρυθμό του φλοίσβου της. Ξαπλωμένος στην αμμουδιά, εταξίδευα με τα καράβια που περνούσαν. Ένας κόσμος γεννιόταν γύρω μου. Οι αύρες μού άγγιζαν τα μαλλιά. Άστραφτε η μέρα στο πρόσωπό μου και στα χαλίκια. Όλα μου ήταν ευπρόσδεκτα: ο ήλιος, τα λευκά σύννεφα, η μακρινή βοή της.
Στη θάλασσα
Κώστας Ουράνης
μες τη δική σου, ω Θάλασσα, μεγάλη ανησυχία!
Θάλασσα
Ευγένιος Αρανίτσης
Ξεχωριστή μνεία πέραν των ποιητών που εξύμνησαν την θάλασσα, αξίζει να γίνει στους παλαιότερους πεζογράφους μας, πέντε εκ των οποίων συνέδεσαν το ναυτικό με τη λογοτεχνία και βασικά παραμένουν εν πολλοίς άγνωστοι. Τέσσερις αξιωματικοί του ναυτικού: Παύλος Nιβάνας, Aγγελος Tανάγρας, Παντελής Xορν και Θέμος Ποταμιάνος. Οι τρεις πρώτοι του Πολεμικού Nαυτικού.
Ένας ακόμη, ο Kωνσταντίνος N. Pάδος, μπορεί να μην υπηρέτησε στο ναυτικό, ωστόσο διεκδικεί τον τίτλο του ιστορικού του.
Ο Άγγελος Τανάγρας το 1923 θα ιδρύσει την Εταιρεία Ψυχικών Ερευνών και θα μπολιάσει την θαλασσινή του δοκιμή στα εύφορα της ψυχής μονοπάτια. Kαι οι πέντε ανήκουν στους πεζογράφους που εμφανίζονται μετά το 1880.
Αμοργός
Νίκος Γκάτσος
Μα εδώ στην όχτη την υγρή μόνο ένας δρόμος υπάρχει
Μόνο ένας δρόμος απατηλός και πρέπει να τον περάσεις
Πρέπει στο αίμα να βουτηχτείς πριν ο καιρός σε προφτάσει
Και να διαβείς αντίπερα να ξαναβρείς τους συντρόφους σου
Άνθη πουλιά ελάφια
Να βρεις μιαν άλλη θάλασσα μια άλλη απαλοσύνη
Να πιάσεις από τα λουριά του Αχιλλέα τ’ άλογα
Αντί να κάθεσαι βουβή τον ποταμό να μαλώνεις. ..
Σχεδόν όλοι οι ποιητές μας και λογοτέχνες τραγούδησαν ο καθένας με τον δικό του ξεχωριστό τρόπο την θάλασσα, και ίσως φαντάζει ουτοπικό να αναφερθείς και μόνο ονομαστικά στους ποιητές που με το έργο τους ταξίδεψαν στην γαλάζια χώρα του πόθου. Σε όλους αυτούς που άφησαν την έμπνευσή τους να ξεχυθεί στα αφρισμένα κύματά της για να πάρουν από τα υγρά της χέρια το στεφάνι της αιώνιας δόξας, το δικό της ευχαριστώ που την ύμνησαν.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Υδατική Λεξιγραφία των Στ. Δωρικού και Κ. Χατζηγιαννάκη
Εκδόσεις Ελεύθερη Σκέψις
Ετυμολογικό Λεξικό – Ιστορία των Λέξεων
του Γ. Μπαμπινιώτη, Εκδόσεις Κέντρο Λεξικολογίας
Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας Συλλογικό
Εκδόσεις Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης (ΜΙΕΤ)
Η Μυθολογία των Ελλήνων του Κ. Κερένυϊ
Εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της Εστίας
Οι Κόσμοι της Θάλασσας του A. Rappoport
Εκδόσεις Ιάμβλιχος
Η Μεγάλη Θάλασσα του D. Abulafia
Εκδόσεις Ψυχογιός
Ο εν τη Λέξει Λόγος της Α. Τζιροπούλου-Ευσταθίου
Εκδόσεις Γεωργιάδη
Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας του Λ. Πολίτη
Εκδόσεις Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης (ΜΙΕΤ)
Επτά Ημέρες, Αφιέρωμα στην Θάλασσα και Λογοτεχνία,
Ένθετο Εφημερίδας Καθημερινή
Νίκος Καρούζος: «Θάλασσα, η αρχαιότητα της γεωγραφίας».
|
Τι σόϊ «Επιστήμη» είναι αυτή η οποία μετράει το κατ’ εξοχήν γνωστικό της αντικείμενο, με μέτρα ακατάλληλα; Όλα τα αρχαία Ιερά καθιδρύματα, και τουλάχιστον αυτά, έχουν ανεγερθεί με μετρικές τιμές υποπολλαπλάσια της Κοσμικής Αρμονίας. Προσωπικό παράδειγμα ο υπερμεγέθης ναός του Διός Βασιλέως στην Λειβαδιά, που οικοδομήθηκε κάτω από το βάρος ενός απαρέγκλιτου και δεινού σε πιθανότητα παρέκκλισης από τον εργώνη (εργολάβο) Ιερού Κανόνος.
‘’ Η Αθηναϊκή Θόλος μετρήθηκε με διάμετρο 18,32 μ. (!!!)
Αλλ’ αυτά τα Ιερά Οικοδομήματα επανατονίζεται ότι ιδρύθηκαν με πρότυπα μέτρα Κοσμικής Αρμονίας. Ιδρύθηκαν εναρμονιζόμενα στο τελειότερο δημιούργημα της Φύσης. Τον Άνθρωπο. Στην κατασκευή χρησιμοποιήθηκαν, πόδια, πήχεις, παλάμες, δάκτυλοι. Μήπως κάπου παρουσιάζεται έλλειμμα Ορθής, ή έστω Ορθότερης Αρχαιογνωσίας; Μήπως θα έπρεπε αυτά τα Ιδρύματα να μετρώνται σε μέτρα προσήκοντα; Πώς αλλιώς άραγε θα αποκαλυφθεί η όποια εντελέχεια που ασφαλώς μεταφέρουν;
|
Το χρυσό δαχτυλίδι των Μυκηνών
Αξιοπρόσεκτη είναι η βάση – κατασκευή από την
οποία εξέρχεται το φυτό της τελετής, η οποία έντεχνα αποδίδεται με
σχήμα κυκλικό.
|
|
Το χρυσό «δαχτυλίδι του Μίνωα»
|
|
Αναπαράσταση της θόλου στο
ιερό της Αθηνάς Προναίας στους Δελφούς
|

ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ - ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ


Με το πνεύμα της αλληλεγγύης χαραγμένο στους καταστατικούς σκοπούς μας και με την ενεργή αλληλεπίδραση μέσω συνεργασιών και συμπράξεων, η επικοινωνιακή προώθησή μας από το Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης μας ωθεί από την πλευρά μας στην προβολή του αξιόλογου έργου του Ιδρύματος που έχει αφήσει ανεξίτηλο το ποιοτικό του ίχνος στα πολιτιστικά πεπραγμένα του τόπου μας.

Από την πρώτη ημέρα έναρξης των παραστάσεων στις 2 Δεκεμβρίου 2017 τα μέλη της δημοσιογραφικής ομάδας της ΖΕΥΞΙΣ ΚΟΙΝ.Σ.ΕΠ είναι δίπλα μας και μας τιμούν με την παρουσία τους σε κάθε παράσταση εμβαθύνοντας και προβάλλοντας τα μηνύματα του έργου μας.
Μας έδωσε επίσης μεγάλη χαρά όταν το ΖΕΥΞΙΣ ΜAGAZINE αναδημοσίευσε το αφιέρωμα για την θεατρική μας παράσταση, που έγινε στην εφημερίδα ΓΝΩΜΗ Πολιτών - επίσης χορηγός επικοινωνίας μας -για την ημέρα που το Γυμνάσιο και Λύκειο Βραχατίου μας τίμησαν με την παρουσία τους στο έργο μας.
Όπως και στην Αρχαία Ελλάδα, για την Καλλιτεχνική Ομάδα ''Μεταμόρφωση'' η χορηγία είναι ύψιστη και απαραίτητη προσφορά σε όλη την κοινωνία.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο θεσμός της χορηγίας ξεκίνησε στην χρυσή περίοδο της Αθηναϊκής Δημοκρατίας και ότι οι χορηγοί θεωρούνταν πρόσωπα ιερά.